- ἀποβάσεις
- ἀπόβασιςstepping offfem nom/voc pl (attic epic)ἀπόβασιςstepping offfem nom/acc pl (attic)ἀποβά̱σεις , ἀποβαίνωstep off fromaor subj act 2nd sg (epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απόβαση — Επιθετική πολεμική επιχείρηση από τη θάλασσα, με δυνάμεις που μεταφέρονται κυρίως με πλοία ή άλλα σκάφη, με σκοπό την κατάληψη ενός μέρους εχθρικής ακτής και την εγκατάσταση προγεφυρώματος. Στη σύγχρονη στρατιωτική ορολογία, η α. συναντάται με… … Dictionary of Greek
Αλεξιανός — Επώνυμο πλοιάρχων που διέπρεψαν στα Ορλοφικά. 1. Αλέξιος. Πλοίαρχος του καταδρομικού Κωνστάντζα, συνεργάστηκε με τις ρωσικές ναυτικές δυνάμεις του Αιγαίου και έκανε συχνά αποβάσεις στα τουρκοκρατούμενα ελληνικά νησιά. 2. Αντώνιος. Πλοίαρχος του… … Dictionary of Greek
αλεξίπτωτο — Συσκευή που αποσκοπεί στον περιορισμό της ταχύτητας πτώσης ενός σώματος μέσα στην ατμόσφαιρα. Επειδή η λειτουργία του βασίζεται στην εκμετάλλευση της αντίστασης του αέρα, το α. μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος αεροδυναμικού φρένου. Πρώτος ο Λεονάρντο … Dictionary of Greek
βομβαρδισμός — Η παρατεταμένη συγκέντρωση πυρών πυροβολικού, ξηράς ή ναυτικού και η επαναλαμβανόμενη ρίψη βομβών από αεροπλάνα. Ο όρος β. σήμαινε αρχικά τη δράση του πυροβολικού κατά οχυρωμένων θέσεων, με σκοπό την εξουδετέρωση της άμυνας και την κάμψη του… … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
προσταυρώ — όω, Α 1. κατασκευάζω πασσαλοπήγματα μπροστά σε κάτι ή κατά μήκος του («τὴν θάλασσαν προεσταύρωσαν πανταχῇ ἧ ἀποβάσεις ἦσαν», Θουκ.) 2. σταυρώνω εκ τών προτέρων («προσταυροῡντα ἤ ἀνασταυροῡντα τὸν υἱὸν τοῡ Θεοῡ... εἴτε πρὸς τῆς... σωματικῆς τοῡ… … Dictionary of Greek
σφακιά — Περιοχή της Κρήτης. Η περιοχή αποτελεί το δήμο Σφακίων (έκταση 468 τ. χλμ.). Έδρα είναι η Χώρα Σφακιών. Στην περιοχή των Σ., δεσπόζουν τα Λευκά Όρη ή Μαδάρες με υψηλότερες κορυφές το Κάστρο και το Θοδωρή (2460 μ.). Η επαρχία καλύπτει το χώρο του… … Dictionary of Greek
Αντωνίου — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Ανδρέας. Γεννήθηκε στα Βρίουλα (Βουρλάς) της Σμύρνης. Πολέμησε από την αρχή έως το τέλος του Αγώνα πρώτα στην Πελοπόννησο και, αργότερα, σε όλες τις μάχες που έδωσε η Ιωνική φάλαγγα, στην οποία έγινε αξιωματικός το… … Dictionary of Greek
Ελληνική Επανάσταση — Η Επανάσταση που έλαβε χώρα μεταξύ 1821 29 και είχε ως στόχο την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Παρότι πολλές άλλες απόπειρες είχαν προηγηθεί, η τελευταία ήταν επιτυχής γιατί είχε πιο καθολικό χαρακτήρα, ήταν πιο οργανωμένη και αποτέλεσε… … Dictionary of Greek
Πέντε Λιμάνια — (Cinqu Ports). Όνομα με το οποίο χαρακτηρίζονται, από την εποχή του Εδουάρδου του Εξομολογητή (11ος αι.), τα αγγλικά λιμάνια Ντόβερ, Σάντουιτς, Ρόμνει, Χάιδ και Χάστινγκς (αργότερα προστέθηκαν και τα Γουίντσελσι και Ράι), που βρίσκονται απέναντι… … Dictionary of Greek